Η υπερεστιακή απόσταση, η εστίαση σε ζώνες, οι εφαρμογές κι ο υπολογισμός τους
Η υπερεστιακή απόσταση (hyperfocal distance) και η εστίαση σε ζώνες (zone focusing) είναι φωτογραφικά εργαλεία που για δεκαετίες αποτελούσαν καθημερινή πρακτική για την επίτευξη καθαρών, εστιασμένων φωτογραφιών. Σήμερα ο φωτογράφος έχει αφήσει την εστίαση σχεδόν εξολοκλήρου στα χέρια του autofocus. Παρόλα αυτά υπάρχουν ακόμη καταστάσεις που τα εργαλεία αυτά μπορούν να μας λύσουν τα χέρια και να μας επιτρέψουν να λειτουργήσουμε πιό γρήγορα κι αποτελεσματικά. Καλό είναι λοιπόν να γνωρίζουμε τα μυστικά τους κι ακόμα κι αν δε μας χρειαστούν ποτέ, τουλάχιστον θα μας βοηθήσουν να καταλάβουμε βασικές αρχές φωτογράφησης και το πως λειτουργούν οι φακοί μας στην πράξη.
Tί ειναι η υπερεστιακή απόσταση
(Το κομμάτι αυτό είναι αναγκαστικά θεωρητικό, αν δεν σας κινεί το ενδιαφέρον προχωρήστε παρακάτω στις εφαρμογές, ή αν το έχετε κι αυτό λυμένο, ακόμη παρακάτω στο πώς βρίσκουμε την υπερεστιακή απόσταση)
Ως γνωστόν, το συνολικό μέγεθος του εστιασμένου πεδίου (το βάθος πεδίου) εξαρτάται από τρεις μεταβλητές:
- Το εστιακό μήκος του φακού μας (mm),
- Το πόσο κλειστό το διάφραγμα που χρησιμοποιούμε (f), και
- Την απόσταση από το σημείο που εστιάζουμε (m).
Όσο πιό ευρυγώνιος ο φακός μας και πιό κλειστό το διάφραγμα που επιλέξαμε, τόσο μεγαλώνει το βάθος πεδίου. Αντίθετα σε τηλεφακούς με ανοιχτό διάφραγμα, το βάθος πεδίου ελαχιστοποιείται. Επίσης, όσο μικρότερη η απόσταση, τόσο μικραίνει το βάθος πεδίου, όπως γνωρίζουν καλά όσοι έχουν ασχοληθεί με τη μακροφωτογράφηση.
Πίσω λοιπόν στο ζητούμενο: το εστιασμένο πεδίο εκτείνεται μπροστά και πίσω από το σημείο στο οποίο έχουμε εστιάσει. Συγκεκριμένα, το 1/3 είναι πάντα μπροστά από αυτό το σημείο, και τα 2/3 πίσω. Επομένως, όταν εστιάζουμε στο άπειρο (στην πράξη, στον ορίζοντα), το κομμάτι πίσω από το σημείο που έχουμε εστιάσει ουσιαστικά είναι άχρηστο, και χάνεται, γιατί τίποτα δεν είναι ορατό πέρα απ’τον ορίζοντα. Αντίθετα, αν εστιάσουμε στη μικρότερη απόσταση που μας επιτρέπει ο φακός, το πεδίο μπροστά από το σημείο που εστιάσαμε τείνει προς το μηδέν, και επίσης χάνεται.
Υπάρχει επομένως μία απόσταση ανάμεσα στην κάμερα και το άπειρο, στην οποία αν εστιάσουμε, τα δύο πεδία μπροστά και πίσω απ’το φακό χρησιμοποιούνται πλήρως, δίνοντάς μας το μέγιστο δυνατό συνολικό βάθος πεδίου. Αυτή είναι η υπερεστιακή απόσταση. Εστιάζοντας σε αυτή την απόσταση, ο φακός μας δίνει ένα πεδίο το οποίο εκτείνεται πάντα από τον ορίζοντα ακριβώς αλλά χωρίς να τον ξεπερνάει, έως ένα σημείο κοντά στην κάμερα. Το πόσο κοντά είναι αυτό το σημείο εξαρτάται απο το μήκος του φακού και το διάφραγμα. Οτιδήποτε βρίσκεται εντός αυτού του πεδίου θα είναι εστιασμένο, και για ορισμένους συνδιασμούς ευρυγώνιων φακών και κλειστών διαφραγμάτων είναι ουσιαστικά τα πάντα, επειδή το πεδίο ξεκινάει από πολύ κοντά στην κάμερα.
Γιατί να τη χρησιμοποιήσουμε
Οι συνηθισμένες εφαρμογές είναι στη φωτογραφία δρόμου, τοπίων και μηχανοκίνητων σπορ.
Φωτογραφία δρόμου
Εδώ υπάρχουν φυσικά διάφορα στυλ και προτιμήσεις. Συχνότατα όμως η φωτογραφία δρόμου γίνεται μέρα, με καλό (πολύ) φως, ευρυγώνιους φακούς και κλειστά διαφράγματα, διαφοροποιώντας έτσι την τυπική φόρμα φωτογραφίας δρόμου από το πορτραίτο, που συχνά προσπαθούμε να φλουτάρουμε το φόντο και να τραβήξουμε το μάτι στο μοντέλο μας. Επίσης η «αποφασιστική στιγμή» έχει υπέρτατη σημασία, γιατί καθώς όλα κινούνται και τα κάδρα αλλάζουν συνεχώς, πολλές φορές έχουμε μόνο κλάσματα δευτερολέπτου να καδράρουμε και να τραβήξουμε, με (κάποιες) καλές φωτογραφίες να τραβιούνται ακόμα κι απ’το...γοφό.
Χρειάζεται λοιπόν άμεση απόκριση απ’την κάμερα. Το autofocus εδώ μπορεί να προκαλέσει καθυστερήσεις, «ψάχνοντας», και μερικές φορές εστιάζοντας σε άσχετα πράγματα όπως κάποιο κτίριο στον ορίζοντα. Επίσης συχνά άλλο ένα ζητούμενο είναι η διακριτικότητα και το μικρό μέγεθος. Μια καλή τεχνική προεστίασης μας δίνει πρόσβαση σε κλασσικές χειροκίνητες (και πολύ μικρές και αθόρυβες) τηλεμετρικές μηχανές χωρίς καθρέπτη και το θόρυβο που αυτός συνεπάγεται, ή πολύ μικρούς και φτηνούς χειροκίνητους φακούς για την αγαπημένη DSLR μας.
Είναι απλό να ρυθμίσουμε ένα φακό 28mm γύρω στο f8-f11, εστιασμένο στο 1,5 περίπου μέτρο, ISO400 και να μην ξαναγγίξουμε τα κουμπιά της κάμερας όλη μέρα, εστιάζοντας απερίσπαστοι την προσοχή μας στο καδράρισμα και τη στιγμή, αφήνοντας τη μηχανή να επιλέξει ταχύτητα όταν αλλάζει το φώς. Με τη χρήσης της υπερεστιακής απόστασης η μηχανή μετατρέπεται σε μία σούπερ γρήγορη point & shoot κόμπακτ με υψηλή ποιότητα εικόνας.
Μία παραλλαγή στο ίδιο θέμα, είναι η εστίαση σε ζώνες. Όταν το φώς δεν είναι και τόσο δυνατό, μπορεί το f8 να μή μας δίνει την ταχύτητα κλείστρου που χρειαζόμαστε, ακόμα κι αν ανεβάσουμε το ISO. Χρειαζόμαστε ανοιχτότερο διάφραγμα. Eκεί έρχεται η εστίαση σε ζώνες να δώσει λύση. Στις περισσότερες καταστάσεις δρόμου, συχνά το θέμα μας θα βρίσκεται μεταξύ 1-10 μέτρα. Είναι εύκολο να βρούμε μια απόσταση που θα μας δώσει αυτό το βάθος πεδίου για το φακό μας και ένα διάφραγμα γύρω στο f4-f5.6, και να τη θυμόμαστε ώστε να εφαρμόσουμε εστίαση σε ζώνη.
Αυτές είναι τεχνικές φωτογράφησης παλιές και αποτελεσματικές. Για παράδειγμα μπορούμε να δούμε αυτό το βίντεο με τον Garry Winogrand και τη χειροκίνητη τηλεμετρική του Leica. Προσέξτε στην αρχή αυτού του βίντεο (περίπου στο 1 λεπτό) ότι όποτε διασταυρώνεται με περαστικούς στο δρόμο δεν αγγίζει το δαχτυλίδι εστίασης στο φακό. Δεν υπάρχει ούτε χρόνος, ούτε λόγος. Oι αποφάσεις σχετικές με διαφράγματα, αποστάσεις και ISO έχουν παρθεί από πριν, δίνοντας τη δυνατότητα στο φωτογράφο να αφοσιωθεί στο καδράρισμά του.
Φυσικά και το autofocus δίνει μια αξιοπρεπέστατη λύση σ’αυτά τα θέματα, αλλά μην ξεχνάμε πόσοι μεγάλοι φωτογράφοι δρόμου και φωτορεπορτάζ χρησιμοποιούν ακόμη και σήμερα κάμερες χωρίς τέτοια δυνατότητα όπως Leica, Bessa, Zeiss Ikon, Mamiya 6&7. Η πλειοψηφία των φωτογράφων του πρακτορείου Magnum για παράδειγμα. Ακόμη κι αν μια μηχανή/φακός autofocus είναι το «όπλο» της επιλογής μας, καλό είναι να γνωρίζουμε αυτή την τεχνική και να την έχουμε στο οπλοστάσιό μας.
Φωτογραφία τοπίου
Πάλι ένα παράδειγμα: Ο Alex Wise είναι φωτογράφος τοπίου. Η πατρίδα του η Τασμανία είναι πραγματικός φωτογραφικός παράδεισος και ο Alex συνηθίζει να βγάζει νυχτερινές φωτογραφίες με τρίποδα και υπερευρυγώνιο φακό. Ένα από τα αγαπημένα του θέματα είναι πρώτο πλάνο τα βράχια με θολωμένα κύματα (λόγω μεγάλης έκθεσης), συχνά στο ένα μέτρο μπροστά του, με τα φώτα της πόλης στο φόντο, κάποιες φορές χιλιόμετρα μακριά. Και τα θέλει όλα εστιασμένα, ώστε να μπορεί το μάτι να περιεργαστεί όλες τις λεπτομέρειες και να χαθεί μέσα στη φωτογραφία. Μία τυπική φωτογραφία του Alex:

Πώς πετυχαίνει όμως αυτό το αποτέλεσμα? Προφανώς χρειάζεται κάθε εκατοστό βάθους πεδίου που μπορεί ο φακός του να του δώσει (συνήθως ένας Canon 10-22), ώστε να έχει τα βράχια αλλά και τον ορίζοντα εστιασμένο. Μια πιθανή τεχνική είναι να βγάλει δύο φωτογραφίες από την ίδια θέση, μία εστιασμένη στα βράχια και μία στο άπειρο, και να τις ενώσει στο photoshop. To πρόβλημα όμως είναι ότι μεταξύ φωτογραφιών τα κύματα κινούνται, το σύννεφα κινούνται, το φώς αλλάζει, και το αποτέλεσμα στο photoshop τελικά δεν είναι ρεαλιστικό. Και τα βράδια στην Τασμανία είναι παγωμένα, και θέλει να τελειώνει και μια ώρα γρηγορότερα!
Γνωρίζοντας λοιπόν εκ των προτέρων το εστιακό μήκος και διάφραγμα που θα χρησιμοποιήσει, ο Alex βρίσκει στο ιντερνετ την υπερεστιακή απόσταση, ρυθμίζει το φακό του ανάλογα και αυτό είναι. Όλα εστιασμένα.
Φωτογραφία μηχανοκίνητων σπορ
Μία κλασσική τεχνική φωτογράφησης στα μηχανοκίνητα σπορ είναι το panning. Το αποτέλεσμα του panning είναι εντυπωσιακό και δίνει την αίσθηση της κίνησης, με φλου τους τροχούς και το φόντο:

(Φωτογραφία Μike Veglia)
Είναι επίσης πολύ δύσκολο και απαιτεί εμπειρία, σταθερά χέρια, άψογη τεχνική και βαθιά γνώση του εξοπλισμού. Το αυτοκίνητο περνάει μπροστά απ’το φωτογράφο με μεγάλη ταχύτητα, κι ο φωτογράφος έχει κλάσματα δευτερολέπτου γα να κεντράρει το αυτοκίνητο με το φακό του, και γυρνώντας τον κορμό του να πατήσει το κουμπί του κλείστρου ακριβως όταν το αυτοκίνητο είναι ακριβώς κάθετα στην κάμερα και «γεμίζει» το κάδρο του.
Προφανώς, η παραμικρή καθυστέρηση από το autofocus μπορεί να κοστίσει μια πολύτιμη φωτογραφία για την οποία έχουν επενδυθεί ώρες αναμονής. Φυσικά οι κορυφαίες κάμερες που χρησιμοποιεί ο Mike Veglia έχουν άψογα συστήματα autofocus, τα οποία βοηθάνε πολύ. Ο έμπειρος όμως αυτός φωτογράφος γνωρίζει ακριβώς πόσο και πότε μπορεί να εμπιστευτεί την κάμερα, και πότε μπορεί αυτή να τον προδώσει. Συχνά λοιπόν επιλέγει να σιγουρέψουν το αποτέλεσμα με χειροκίνητη προεστίαση στη ζώνη που ξέρουν ότι θα περάσει το αυτοκίνητο. Ενώ έχουμε συνδέσει στο μυαλό μας τους φωτογράφους σπορ με τεράστιους, συνήθως 'άσπρους' φακούς, πολλές φορές επιλέγουν θέση κοντά στο δρόμο με ευρυγώνιους φακούς, και η εστίαση σε ζώνες, ή υπερεστιακά, γίνεται εύκολη και θεμιτή.
Άλλες εφαρμογές
Η γνώση βασικών αποστάσεων εστίασης για διάφορους φακούς και διαφράγματα και το βάθος πεδίου που μας δίνουν είναι ένα εργαλείο που ποτέ δεν ξέρουμε που θα μας χρησιμεύσει. Συχνά χρειάζεται σε συνθήκες όπου το autofocus δεν δουλεύει πολύ απλά γιατί είναι σκοτεινά όπως night club και συναυλίες. Η ακριβής χειροκίνητη εστίαση είναι δύσκολη με τις μοντέρνες DSLR, με τα (ανεπαρκή πολλές φορές) σκόπευτρά τους, αλλά από την άλλη πλευρά με την όλο και βελτιούμενη ικανότητα υψηλού ISO μας δίνουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουμε όλο και κλειστότερα διαφράγματα.
Επίσης η προεστίαση πολλές φορές τείνει να ελαχιστοποιήσει το shutter lag πολλών κόμπακτ ψηφιακών μηχανών, το γνωστό φαινόμενο «βάστα Τούρκο να γεμίσω» που τόσες και τόσες φωτογραφίες έχει κοστίσει. Στην καινούργια Panasonic LX3 για παράδειγμα το εξαφανίζει σχεδόν εντελώς δίνοντάς της απόκριση επιπέδου DSLR.
Πώς βρίσκουμε την υπερεστιακή απόσταση
Εύκολο, αν έχει ο φακός μας τη διάθεση να βοηθήσει λίγο. Συγκεκριμένα, αν έχει τα κατάλληλα σημάδια στο δαχτυλίδι που βρίσκεται μπροστά από το δαχτυλίδι εστίασης. Ας δούμε αυτά τα σημάδια σ’αυτόν τον Olympus 24mm f/2.8 (ο οποίος σημειωτέον μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε DSLR Canon και Olympus):

Τα σημάδια αυτά μας δείχνουν τα διάφορα διαφράγματα που μπορεί να ρυθμιστεί ο φακός, δεξιά κι αριστερά από το κόκκινο σημάδι, το οποίο δείχνει σε ποιά απόσταση είναι εστιασμένος ο φακός. Όπως βλέπουμε στη φωτογραφία ο φακός είναι ρυθμισμένος στο f16 και εστιασμένος στο άπειρο: Το σημάδι του απείρου (∞)είναι στην κόκκινη τελεία:

Ας πούμε λοιπόν ότι θέλουμε να βρούμε την υπερεστιακή απόσταση, σε αυτό το φακό (24mm), για αυτό το διάφραγμα (f16). Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να στρίψουμε το δαχτυλίδι εστίασης, μέχρι το σημάδι του απείρου να δείχνει το διάφραγμα που έχουμε επιλέξει:

Αυτό ήταν όλο, ο φακός έχει τώρα ρυθμιστεί στην υπερεστιακή απόσταση για f16. Ουσιαστικά τί έχουμε κάνει? Έχουμε εστιάσει λίγο πάνω απ’το 1 μέτρο, όπως φαίνεται στην κόκκινη τελεία του δαχτυλιδιού. Αυτή είναι και η υπερεστιακή απόσταση, για το δεδομένο φακό και διάφραγμα.
Πώς όμως ξέρουμε που ακριβώς αρχίζει και πού τελειώνει το πεδίο μας? Το που τελειώνει το ξέρουμε εξ’ορισμού, είναι το άπειρο, ή αλλιώς ο ορίζοντας. Το πού αρχίζει όμως? Κι αυτό μας το δείχνει το πολύτιμο δαχτυλιδάκι μας. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να κοιτάξουμε στην άλλη μεριά της κόκκινης τελείας και να δούμε πού πέφτει το διάφραγμα που επιλέξαμε:

Τα άσπρα γράμματα (τα κίτρινα είναι το ίδιο πράγμα σε πόδια) μας λένε ότι το πεδίο ξεκινά λίγο μετά από τα 0,50 μέτρα, ας πούμε περίπου στα 70 εκατοστά. Άρα το δαχτυλιδάκι αυτό, τώρα που ξέρουμε να το διαβάσουμε, μας δίνει τις εξής πληροφορίες: Στα 24mm, στο f16, αν εστιάσουμε λίγο μπροστά απ’το 1 μέτρο, οτιδήποτε από 0,7μ έως το άπειρο θα είναι εστιασμένο.
Στους φακούς μεταβλητού μήκους (Ζουμ) η υπερεστιακή απόσταση αλλάζει όπως αλλάζει και το μήκος του φακού. Τα σημάδια λοιπόν αλλάζουν και αυτά:
Οlympus 65-200 στα 65mm:

Οlympus 65-200 στα 100mm:

Μηχανές κροπ και σύγχρονοι φακοί autofocus
Οι μοντέρνοι φακοί συνήθως δεν έχουν τα σημάδια πίσω απ’το δαχτυλίδι εστίασης που μας βοηθάνε να βρούμε τις υπερεστιακές αποστάσεις, κι ο λόγος είναι απλός και συγκεκριμένος: Δε χωράνε. Τα δαχτυλίδια εστίασης στους φακούς autofocus είναι σχεδιασμένα να έχουν τη μικρότερη δυνατή διαδρομή από τη μίνιμουμ εστιακή απόσταση έως το άπειρο, καθιστώντας το autofocus κατά το δυνατόν αστραπιαίο. Άρα αυτό το εργαλείο το χάνουμε, κι ένας λόγος παραπάνω να έχουμε ένα φτηνό εναλλακτικό φακό στην τσάντα Wink.
Άρα σε αυτή την περίπτωση πώς το βρίσκουμε: αναγκαστικά χρησιμοποιούμε άλλα εργαλεία online, τα οποία συχνά παρέχουν και πίνακες που μπορούμε να τυπώσουμε και να έχουμε μαζί μας. Ενα γρήγορο ψάξιμο στο Google για ‘hyperfocal distance / depth of field calculator’ μας δίνει εργαλεία. Επιλέγουμε τα δεδομένα μας και μας δίνει το αποτέλεσμα.
Eπίσης την άλλη μεριά οι μοντέρνες μηχανές μηχανές με τις όλο και καλύτερες οθόνες τους παρέχουν το εξής πολύτιμο πλεονέκτημα: ακόμα κι αν δεν ξέρουμε ακριβώς την απόσταση, μπορούμε να πειραματιστούμε όσο θέλουμε πριν ξεκινήσει η φωτογράφηση τσεκάροντας/ζουμάροντας στην οθόνη, και κάνοντας μικρές διορθώσεις μέχρι να πετύχουμε το βάθος πεδίου που θέλουμε. Με το φιλμ δεν έχουμε τέτοιες πολυτέλειες.
Πηγή: http://www.dpgr.gr